- μελάμπους
- Μυθολογικό πρόσωπο. Έφερε τη φήμη του αρχαιότερου Έλληνα μάντη και, σύμφωνα με την παράδοση, ήταν γιος του Αμυθάονα, αδελφός του Βίαντα και γενάρχης του μαντικού γένους των Μελαμποδιδών. Τα δύο αδέλφια και ο θείος τους, Νηλέας, ταξίδεψαν από τη Θεσσαλία στην Πύλο της Μεσσηνίας και εγκαταστάθηκαν στην εξοχή της περιοχής. Ο Μ. όφειλε το προφητικό του χάρισμα σε κάτι φίδια που είχε σώσει από τον θάνατο και είχε αναθρέψει. Εκείνα του το ανταπέδωσαν καθαρίζοντας τα αυτιά του με τη γλώσσα τους την ώρα που κοιμόταν, με αποτέλεσμα να καταλαβαίνει τη γλώσσα των πουλιών αφότου ξύπνησε. Όταν ο αδελφός του Βίας θέλησε να πάρει την ωραία κόρη του Νηλέα, Πηρώ, ο Νηλέας του απάντησε πως θα του έδινε την κόρη του μόνο αν του έφερναν το περίφημο κοπάδι βοδιών που ανήκε στον Φύλακο, βασιλιά της Φυλάκης. Ο Μ. προσφέρθηκε να φέρει εκείνος τα βόδια για τον αδελφό του, μολονότι γνώριζε εκ των προτέρων ότι θα φυλακιζόταν για έναν χρόνο. Ο Μ. όντως συνελήφθη την ώρα που πήγε να τα πάρει και φυλακίστηκε. Εκεί, ακούγοντας τις ομιλίες των σκουληκιών που κατέτρωγαν τα ξύλα της φυλακής, πληροφορήθηκε ότι το κτίριο θα γκρεμιζόταν και ζήτησε να μεταφερθεί σε άλλη φυλακή. Αμέσως μετά τη μεταφορά, η φυλακή όντως γκρεμίστηκε. Όταν ο Φύλακος πληροφορήθηκε το γεγονός, εντυπωσιάστηκε και κάλεσε τον Μ. για να του ζητήσει να θεραπεύσει τη στειρότητα του γιου του, Ιφίκλου. Ο Μ. είπε ότι θα το έκανε, αν έπαιρνε ως ανταμοιβή το κοπάδι του βασιλιά. Ο Φύλακος δέχτηκε και ο Μ. θυσίασε έναν ταύρο στον Δία, τον κομμάτιασε και κάλεσε πουλιά να έρθουν να τον φάνε. Από τις ομιλίες των πουλιών έμαθε πως κάποιος γύπας, ο οποίος δεν βρισκόταν εκεί, γνώριζε το μυστικό της θεραπείας του Ιφίκλου. Κάλεσε τότε τον γύπα και έμαθε πως η στειρότητα του Ιφίκλου οφειλόταν σε ξαφνικό φόβο που δημιουργήθηκε στη θέα ενός ματωμένου μαχαιριού, με το οποίο ο πατέρας του ευνούχιζε κάποιους τράγους. Ο Ίφικλος θα γιατρευόταν με φάρμακο που θα παρασκευαζόταν από τη δηλητηριώδη σκουριά που είχε σχηματιστεί γύρω από το μαχαίρι, το οποίο βρισκόταν καρφωμένο σε ένα δέντρο. Ο Μ. βρήκε το μαχαίρι, έξυσε τη σκουριά, την ανακάτεψε με νερό και έδινε το παρασκεύασμα αυτό στον Ίφικλο επί δέκα ημέρες. Το φάρμακο αποδείχθηκε αποτελεσματικό και ο Ίφικλος θεραπεύτηκε από τη στειρότητά του· ο Μ. έλαβε ως ανταμοιβή το κοπάδι με τα βόδια, τα πήγε στον Νηλέα και ο Βίας παντρεύτηκε την όμορφη Πηρώ. Σύμφωνα με μία άλλη παράδοση, ο βασιλιάς Προίτος του ζήτησε να θεραπεύσει τις κόρες του, οι οποίες είχαν τρελαθεί επειδή είχαν φερθεί με ασέβεια στον Διόνυσο ή στην Ήρα. Τότε, ο Μ. ανταμείφθηκε παίρνοντας ως σύζυγό του την Ιφιάνασσα, κόρη του Προίτου.
* * *μελάμπους, -ουν (ΑM, Α και μελανόπους, -ουν)αυτός που έχει μαύρα πόδια2. συνεκδ. μαύρος, μελαψόςμσν.(για τη νύχτα) σκοτεινός, ζοφερός, μαύροςαρχ.(το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οἱ μελάμποδεςπροσωνυμία τών Αιγυπτίων.[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, -ανος + πούς, ποδός (πρβλ. Οιδί-πους, τετρά-πους)].
Dictionary of Greek. 2013.